5.8.09

Η θρησκεία των Ελλήνων


«Αν λογαριάσουμε την ισχυρή θέση ότι τους θεούς και τις θρησκείες τις γέννησε πρωτογενώς ο φόβος του ανθρώπου απέναντι στη ζωή, και στο δεύτερο προχωρημένο επίπεδο ο φόβος του ανθρώπου απέναντι στο θάνατό του, τότε θα
βρούμε ότι με τη θρησκεία των ελλήνων συνέβηκε μία εξαίρεση, που αλλιώτικα συνιστά και μία τροπή μοναδική.
Τη θρησκεία των ελλήνων, δηλαδή, δεν την εγέννησε ο φόβος, αλλά την εγέννησε ο καημός, να ξεπεράσουν οι έλληνες τον πόνο που τους προκάλεσε η ορθολογική τους θεώρηση για τη φύση και για τη ζωή.
Με άλλα λόγια, η θρησκεία των ελλήνων
δημιουργήθηκε από την τίμια και την αντρίκεια στάση τους να υπερβούν τον πεσσιμισμό και τη μελαγχολία τους.Ανάμεσα όμως στο φόβο απέναντι στη ζωή και το θάνατο, και στην ανάγκη να συνθηκολογήσουν οι έλληνες με τον πόνο που τους γέννησε η γνώση τους ότι ο κόσμος είναι βαρύς, υπάρχει η ελάχιστη διαφορά που δίνει το μέγιστο αποτέλεσμα.
Η θρησκεία των ελλήνων, δηλαδή, είναι γέννημα όχι της υπόθεσης και της φαντασίας, όπως όλες οι άλλες θρησκείες, αλλά είναι η αισθητική αναπαράσταση των φαινομένων της φύσης.
Έτσι, οι θεοί των ελλήνων δεν είναι αόρατες και μυστικές παρουσίες. Δεν είναι φαντάσματα του νου, και συμπηγμοί του αέρα, λόγοι υποθετικοί και επίνοιες.
Αντίθετα, οι θεοί των ελλήνων, είναι εικονισμοί των φυσικών φαινομένων καμωμένοι με ευφυΐα και ραδινή δεξιοσύνη. Τους έπλασαν τα φτερουγητά μιας έλλογης φαντασίας, τα ολόκληρα, τα απλά , τα ατρεμή και τα ευδαίμονα.
Και προπαντός αυτό: οι θεοί των ελλήνων βεβαιώνονται αισθητηριακά, αγγίζονται με τα χέρια, τους αντικρύζουν τα μάτια, υπάρχουν υποστατοί και ένυλοι.
Ο Απόλλων ξαφνικά, είναι ο ήλιος και η μουσική κανονικότητα της φύσης. Η Άρτεμη είναι η σελήνη. Και τα δυο αδέρφια συμβολίζουν το φως της ημέρας και της νύχτας. Ο Ποσειδώνας είναι η θάλασσα. Ο Ήφαιστος είναι η φωτά και τα μέταλλα. Η Αθηνά είναι η ευφυΐα του ανθρώπου. Ο Αίολος είναι οι δεκαέξι αέρηδες στις θάλασσες. Η Δήμητρα είναι η χαρά των καρπών, το στάρι οι μηλιές και τα΄αμπέλια. Και ο Δίας είναι ο κεραυνός και η βροχή, που πέφτει σαν σπέρμα γενναίο και γονιμοποιεί τη διψασμένη γης. Γι΄αυτό οι έλληνες κοντά σε άλλα τον πλάσανε εραστή των πιο ωραίων θνητών γυναικών. Της Λύδας, της Ευρώπης, της Ιούς, της Λητούς, της Αλκμήνης, της Σεμέλης.
Έτσι πάει η ιστορία και με τους τριάντα χιλιάδες θεούς των ελλήνων. Ο καθένας είναι και από ένα υπαρκτό, λειτουργικό, ακατάλυτο, στο ωφέλιμο και στο βλαβερό αληθινό και υπέροχο φυσικό φαινόμενο.
Με άλλες λέξεις, η θρησκεία των ελλήνων, είναι μία αισθητική εμπραγμάτωση των των στοιχείων της φύσης, και κατά τούτο είναι μία παραλλαγή της τέχνης των ελλήνων.
Την απόδειξη αυτής της πρότασης τη δίνει το γεγονός ότι τη θρησκεία των ελλήνων την περιέχει η τέχνη τους.
Αν κάνει κανείς την υπόθεση ότι δεν είχε σωθεί τίποτα από την ελληνική τέχνη,τότε θα βρει ότι δεν θα ΄βρισκε τίποτα σχεδόν και από την ελληνική θρησκεία.
Ο μέγας Δίας είναι το πλάσμα της Θεογονίας του Ησιόδου,της Α΄ραψωδίας του Ομήρου, του Φειδία στην Ολυμπία. Ο Απόλλων είναι το δημιούργημα του τοπίου των Δελφών, της Ορέστειας του Αισχύλου, του γλύπτη της μάχης των Λαπιθών και των Κενταύρων. Τον Ερμή τον έπλασε ο επώνυμος ομηρικός ύμνος και ο υστεροκλασικός Πραξιτέλης. Η έπαυλη της Αθηνάς είναι ο Παρθενώνας του Ικτίνου. Την Άρτεμη ο Ευριπίδης τη βαφτίζει στην Αυλίδα, τη μυρώνει στους Ταύρους, και τη βρίσκουμε στην Έφεσο ως τα χρόνια του Ηρόστρατου. Γονέας του Έρωτα μαζί με την Πενία και τον Πόρο είναι το πλατωνικό συμπόσιο. Και ο πλατωνικός Φαίδρος, σώζει την προσευχή στον τραγόποδο Πάνα. Και έτσι ως την άκρη.
Συμπέρασμα: η θρησκεία των ελλήνων είναι η άλλη όψη της τέχνης τους. Που σημαίνει ότι όπως και την τέχνη τους, πέρα από τη δημιουργό καλαισθησία, έτσι και τη θρησκεία τους την εγέννησε η φυσική τους αίσθηση για τα πράγματα, ο ρεαλισμός, η απλή λογική, η έλλογη φαντασία, ο νους, η επιστήμη τους.
«Μέσα στο παγκόσμιο πάνθεο η θρησκεία των ελλήνων είναι η μόνη που την γέννησαν τα ιερά και τα όσια του ανθρώπου. Ο πόνος του, δηλαδή, για την πικρή του μοίρα, και η ανάγκη να ξεπεράσει αυτόν τον πόνο έντιμα και όχι μπαμπέσικα.»

Από τα ΕΛΛΗΝΙΚΑ του Λιαντίνη εκδ. Βιβλιογονία.

Η μεγάλη καινοτομία της ελληνική σκέψης ήταν η απελευθέρωσή της από τα δεσμά μιας εξωκοινωνικής, θεϊκής, υπερβατικής ή άλλης αρχής που θέτει τα όρια και τους κανόνες της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Στον αρχαιοελληνικό κόσμο οι άνθρωποι είναι οι ίδιοι δημιουργοί των νόμων που τους διέπουν. Μιας κοινωνίας που δεν ετεροκαθορίζεται από εξωσυμπαντικούς θεούς και εσχατολογικούς μεσσίες - σωτήρες, επειδή ακριβώς συνέλαβαν την τραγικότητα του ανθρώπου μέσα σε έναν κόσμο που η αρχή του είναι το χάος και το περιεχόμενό του ο θάνατος. Ενός κόσμου άνευ υπερβατικού νοήματος, ενός κόσμου που αρχίζει και τελειώνει πάνω στη γη, ή αλλιώς όπως λέει ο Καστοριάδης (2007), «ενός κόσμου μη νοητού, όπου η έλλειψη υπερβατικής πηγής της σημασίας του νόμου ή του κανόνα είναι που απελευθερώνει τους Έλληνες και τους επιτρέπει να δημιουργήσουν θεσμούς μέσα στους οποίους νομοθετούν οι ίδιοι οι άνθρωποι».